Γενική ισοπέδωση τιμών παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στην κτηματαγορά λόγω της οικονομικής κρίσης, ωστόσο, οι τιμές πώλησης των νεόδμητων ακινήτων σε ολόκληρη τη χώρα όχι μόνο «αντέχουν»,
αλλά παρουσιάζουν και άνοδο την τελευταία διετία, όπως αποτυπώνεται στην έρευνα του Πανελλαδικού Δικτύου Κτηματομεσιτών E-Real Estates που δημοσιεύει το enikos.gr. Και αυτό, παρότι η ζήτηση εξακολουθεί να αφορά σχεδόν αποκλειστικά σε παλαιά ακίνητα.
Ανθεκτικότητα σε σχέση με τα παλαιότερα ακίνητα παρουσιάζουν και οι τιμές για περίπου 50.000-60.000 αδιάθετες κατασκευές που έχουν ανεγερθεί το 2009-2010 και δεν έχουν κατοικηθεί ποτέ.
Τα εν λόγω ακίνητα, παρότι η ηλικία τους πλέον αγγίζει τη δεκαετία, τύποις ονομάζονται και αυτά νεόδμητα, με δεδομένο οι οικοδομές που χτίζονται τα τελευταία χρόνια είναι ελάχιστες. Αυτός είναι και ο λόγος που παρότι ο αριθμός των συγκεκριμένων ακινήτων που δεν έχουν βρει ακόμα ιδιοκτήτη είναι αρκετά μεγάλος, οι τιμές τους οι τιμές τους παραμένουν ανθεκτικές.
«Για να καταλάβουμε τι σημαίνει η ανθεκτικότητα στις τιμές των νεόδμητων ακινήτων πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η μείωση των τιμών στην αγορά κατοικίας από την αρχή της οικονομικής κρίσης έως και σήμερα ανήλθε πανελλαδικά κατά μέσο όρο το 38 % και στην Αθήνα το 42 %, χωρίς να λείπουν και ακραία φαινόμενα, με πτώση τιμών που έφτασε και το 55%-60% για ακίνητα μεγάλης επιφάνειας στα Βόρεια προάστια της Αττικής.
Η πτώση της ζήτησης τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει στην κατάρρευση των επενδύσεων σε κατοικίες, με τις σωρευτικές απώλειες της περιόδου 2008-2016 να αγγίζουν τα 23,6 δισ. ευρώ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος του προηγούμενου έτους οι επενδύσεις σε κατοικίες δεν ξεπέρασαν το 0,7% του ΑΕΠ έναντι 9,9% του ΑΕΠ το 2007», λέει ο Πρόεδρος Πανελλαδικού Δικτύου Κτηματομεσιτών E-Real Estates Θεμιστοκλής Μπάκας.
«Αξίζει να αναφέρουμε ότι το 2016 οι τιμές στα πραγματικά νεόδμητα ακίνητα –δηλαδή αυτά έως 5 ετών- αυξήθηκαν κατά 2 % σε σχέση με το 2015, ενώ το 2017 ήταν σχεδόν αμετάβλητες . Πρόκειται για ένα ακόμη δείγμα ότι η αγορά κατοικίας οδεύει προς σταθεροποίηση μετά τη ραγδαία πτώση του 2009. Η αύξηση αυτή πραγματοποιήθηκε από μερικούς κατασκευαστές νεόδμητων κατοικιών λόγο της βελτίωσης του κλίματος σε σχέση με το παρελθόν και λόγο της ολοκλήρωσης του καθοδικού κύκλου», σημειώνει ο κ. Μπάκας.
Ωστόσο, η άνοδος των τιμών στα νεόδμητα ακίνητα προκαλεί εντύπωση δεδομένου ότι η ζήτηση εξακολουθεί να επικεντρώνεται σε παλαιά ακίνητα και σε ευκαιρίες που δημιουργούνται στιγμιαία. Το 2017, το μεγαλύτερο μέρος των ακινήτων που βρήκαν μνηστήρα, σε ποσοστό που μπορεί να φτάνει και το 90 %, αφορούσαν σε ακίνητα ηλικίας άνω των 25 ετών που πολλές φορές έχρηζαν ανακαίνισης . Σε ποσοστό μόλις 6 % οι αγοραπωλησίες αφορούσαν σε πραγματικά νεόδμητα ακίνητα.
Σε ότι αφορά τα «καθαρόαιμα» και μη νεόδμητα ακίνητα, η μεγάλη ζήτηση καταγράφεται πλέον για ακίνητα έως 15 ετών, που ανεγέρθηκαν μετά το 2003, επιφάνειας 95 -105 τμ, με δύο υπνοδωμάτια, parking και αποθήκη. Βασικό κριτήριο για τους ενδιαφερόμενους είναι τα ακίνητα να βρίσκονται πλησίον των μέσων μαζικής μεταφοράς.
Ο Αγρινιώτης μεσίτης Στράτος Καλύβας μίλησε στη «Σ» για την κατάσταση που επικρατεί στο Αγρίνιο: «νεόδμητα διαμερίσματα στο Αγρίνιο δεν υπάρχουν. Οι τιμές των διαμερισμάτων δεκαετίας, που είναι σχετικά καινούρια σπίτια, ως προς την πώλησή τους, κυμαίνονται στο μέγιστο 900 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο. Για ένα καλοδιατηρημένο διαμέρισμα εικοσαετίας οι τιμές είναι 750 με 800 ευρώ το μέτρο.
Αυτό είναι το πρόβλημα και δεν αναγείρονται νέες πολυκατοικίες στο Αγρίνιο, καθώς σύμφωνα με πολλούς μηχανικούς που σκέφτονται να κάνουν μια νέα οικοδομή, θα πρέπει να πουλήσουν 1.200 ευρώ το μέτρο τον πρώτο όροφο.
Το φαινόμενο που παρουσιάζεται στο Αγρίνιο, λόγω της μη ανοικοδόμησης (την τελευταία δεκαετία στο Αγρίνιο έχουν γίνει μόλις δύο καινούριες πολυκατοικίες). Υπάρχει έλλειψη και ένα μικρό ποσοστό ψάχνει να αγοράσει διαμέρισμα.
Όσοι έχουν διαμερίσματα δεκαετίες που τα είχαν αγοράσει και είναι καλοδιατηρημένα δεν τα πουλούν κάτω από 1.000 με 1.100 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο. Το ενδιαφέρον για αγορά διαμερίσματος δεν ξεπερνά το 10%.
Οι τράπεζες δεν δίνουν χρήματα όπως παλιότερα. Δίνουν το 70% της αξίας του ακινήτου που θα κρίνει ο μηχανικός της τράπεζας, ο οποίος δεν θα το ορίσει περισσότερο από 900 ευρώ το μέτρο με αποτέλεσμα ένα διαμέρισμα 100τ.μ. η τράπεζα να μην το δανειοδοτεί περισσότερο από 65.000 ευρώ, οπότε πρέπει να υπάρχουν μετρητά για να πωληθεί στα 90.000 με 95.000 ευρώ.
Μονοκατοικίες μικρές για τις οποίες υπάρχει ζήτηση δεν υπάρχουν. Όσες κατασκευάστηκαν την τελευταία δεκαετία των καλών εποχών στην Ελλάδα είναι άνω των 300τ.μ. ακόμη και 400τ.μ. που ουδείς δεν «ακουμπάει». Για παράδειγμα, μια μονοκατοικία που πουλήθηκε τον Δεκέμβριο του 2017 σε πολύ καλή κατάσταση περίπου 360τ.μ. πουλήθηκε 96.000 ευρώ».
Κώστας Χονδρός για την εφημερίδα «Συνείδηση»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου