Π Ο Ι Μ Α Ν Τ Ο Ρ Ι Κ Η Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ
(ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 35)
Κ Ο Σ Μ Α Σ
ΧΑΡΙΤΙ ΘΕΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
Πρός τό Χριστεπώνυμον Πλήρωμα
τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Ἀγαπητοί συμπρεσβύτεροι καί ἀγαπητοί ἀδελφοί,
«Αὕτη ἡ ἡμέρα ἥν ἐποίησεν ὁ Κύριος,
ἀγαλλιασώμεθα καί εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ» (Ψαλμ. 117, 24).
Ὁ ψαλμικός αὐτός στίχος εἶναι προφητικός. Κατά τόν Μέγα Ἀθανάσιο ἡ ἡμέρα γιά τήν ὁποία μιλάει ὁ ἱερός ψαλμωδός δέν εἶναι ἄλλη, παρά ἡ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καμιά ἡμέρα δέν εἶναι τόσο μεγάλη καί σπουδαία, τόσο συντελεστική στήν εὐτυχία καί τή χαρά ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου, ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος.
Ὅλες οἱ ἄλλες ἡμέρες χρόνων καί αἰώνων, ὅσο μεγάλες καί σημαντικὲς κι ἂν εἶναι, ὅσο κι ἄν θεωροῦνται ἱστορικοί σταθμοί ἀφοροῦν ὡρισμένους ἀνθρώπους, ἀναφέρονται σέ γεγονότα τῶν ὁποίων οἱ συνέπειες δέν ἔχουν τόση σημασία καί τόση διάρκεια, ὅσο οἱ συνέπειες τοῦ μυστηρίου τῆς Ἀναστάσεως.
Ὅταν μετά τήν παρακοή τῶν πρωτοπλάστων ὁ Θεός μας τούς ἀπεμάκρυνε ἀπό τόν Παράδεισο τῆς Ἐδὲμ καί τά χερουβείμ μέ τήν φλογίνη ρομφαία ἔκλεισαν τίς πύλες τοῦ ἐπιγείου Παραδείσου, ὁ θάνατος ἄνοιξε τίς δικές του πύλες.
Ἀπό τότε ὁ ἄνθρωπος ζοῦσε ἀφ’ ἐνός μέ κόπο, μόχθο καί πόνο, ἀφ’ ἑτέρου ὅταν ἔφευγε ἀπό τήν ἐπίγειο ζωὴ, πορευόταν πρός τή φρίκη, τόν τρόμο, τό σκοτάδι, τή φθορά, τήν κατάρα, τόν αἰώνιο θάνατο, πρός τόν φοβερὸ Ἅδη.
Δόξα τῷ Θεῷ ὅμως. Ὁ Πατέρας τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἀπείρου ἐλέους «δὲν ἀπεστράφη τό πλάσμα του εἰς τέλος, ὅ ἐποίησε…» (Μ. Βασίλειος).
«Ἐξαπέστειλε τόν Υἱόν Αὐτοῦ», ὁ ὁποῖος «ἔδωκεν ἑαυτόν ἀντάλλαγμα τῷ θανάτῳ…» καί «κατελθών διά τοῦ Σταυροῦ εἰς τόν Ἅδην … ἔλυσε τάς ὀδύνας τοῦ θανάτου…» (Μ. Βασίλειος).
Φοβερός καθαιρέτης καί ἐξολοθρευτής τοῦ θανάτου ἔγινε ὁ ἑκουσίως παθών Κύριος μέ τή σταυρική Του θυσία, τήν εἰς τόν Ἅδην κάθοδόν Του καί τήν Ἀνάστασί Του.
Πρίν ἀπό τήν σταυρική Του θυσία διεκήρυξε καί ἐβεβαίωσε ὅτι εἶναι ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου.
Ἀνέστησε τήν θυγατέρα τοῦ ἀρχισυναγώγου, τόν μονογενῆ υἱό τῆς χήρας στή Ναΐν, ἀλλά καί τόν τετραήμερο Λάζαρο λέγοντας: «Ἐγώ εἰμί ἡ Ἀνάστασις καί ἡ ζωή» (Ἰω. ια’, 25).
Αὐτά τά μεγάλα θαύματα ἦταν προανάκρουσμα τοῦ μεγίστου
Αἰωνίου μυστηρίου καί θαύματος τῆς Ἀναστάσεώς Του, τό ὁποῖο ἔγινε «τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων», τήν πρώτη Κυριακή.
Ὁ διάβολος καί τά ἀπαίσια ὄργανά του ἐπέπεσαν μέ μίσος καί ὀρμή ἐπάνω στόν Κύριο καί τόν θανάτωσαν ὡς ἄνθρωπο, ἀφοῦ ὁ Κύριος τό ἐπέτρεψε.
Ἀλλοίμονο ὅμως σ΄ αὐτούς. Κάτω ἀπό τήν σάρκα τοῦ ἐνανθρωπίσαντος Χριστοῦ ἦταν ἡ Θεότης. Καί ἡ σατανική δύναμι συνελήφθηκε, ἀγκιστρώθηκε, ἀχρηστεύθηκε.
Ἔτσι ἀποδείχθηκε ὅτι ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστός, εἶναι ὁ Θεός ὁ ἀληθινός, τόν ὁποῖο δέν μποροῦσε νά κρατήσῃ αἰχμάλωτο ὁ σκοτεινός Ἅδης.
Ὁ Χριστός «ἀνέστη ἐκ νεκρῶν», ἐνίκησε τήν ἁμαρτία, ἐνίκησε τόν θάνατο, συνέτριψε τό κράτος τοῦ Ἅδου. Ὁ Ἀναστάς ἔφερε εἰρήνη στίς ψυχές , ἐλπίδα, φῶς.
Τόν ἀποστάτη ἄνθρωπο μέ τήν Ἄνάστασί του, τόν ἔκαμε φίλο, κληρονόμο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, συγκληρονόμο Χριστοῦ.
Καί τό ὄνομα ἀκόμη τοῦ θανάτου δέν εἶναι πλέον τόσο φοβερό. Γιατί ὁ θάνατος ἔγινε καί εἶναι ὕπνος. «Ἀνέστη ὁ Κύριος καί τήν οἰκουμένην ἑαυτῷ συνανέστησεν. Αὐτός μέν ἀνέστη, τοῦ θανάτου τά δεσμά διαρρήξας» κηρύσσει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος.
Ἀνέστη ὁ Κύριος καί ἔδωσε τήν δυνατότητα ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά ἀναστηθοῦν κατά τήν μεγάλη καί ἔνδοξο ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας του. «Χριστός ἐγήγερται, ἐκ νεκρῶν ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο» βεβαιώνει ὁ Ἀπ. Παῦλος (Α΄ Κορινθ. ιε’, 20). Ἀπό τήν στιγμή πού κατέβηκε ὁ Κύριος στόν Ἅδη καί ἀνέστη, δέν ὑπάρχει νεκρός στόν τάφο ἀλλά κεκοιμημένος. «Ἀνέστη Χριστός καί οὐδείς νεκρός ἐπί μνήματος» (Κατηχ. Λόγος).
Μέ τήν Ἀνάστασί Του, ἄνοιξε τήν «κεκλεισμένη θύρα τῆς Ἐδέμ», ἄνοιξε τήν πύλη τοῦ Οὐράνιου Παραδείσου, γιά νά ὁδηγηθοῦν ἐκεῖ ὅλοι, ὅσοι πιστεύουν καί ζοῦν κατά Χριστόν.
Γι΄ αὐτό μετά τήν Πεντηκοστή Ἀπόστολοι, Πατέρες, Ὅσιοι, Μάρτυρες, Νεομάρτυρες, γέροντες, νέοι, νέες περιφρόνησαν τόν θάνατο καί ὑπέμειναν πολυώδυνα βάσανα, γιά νά μή χάσουν τόν Χριστό, τήν Ἀνάστασι, τόν γλυκύ Παράδεισο.
Αὐτή τήν νίκη καί τόν θρίαμβο τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ μας ἑορτάζουμε καί ζοῦμε αὐτή τήν λαμπροφόρο Κυριακή. Πῶς νά μήν εὐφραίνεται ἡ ψυχή μας σήμερα; «Ἀγαλλιασώμεθα καί εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ» λοιπόν.
Νά χαροῦμε, νά πανηγυρίσουμε, νά ἑορτάσουμε ὁλόψυχα σήμερα. «Ἑορτάσωμεν τήν ἑορτήν ταύτην τήν μεγίστην καί λαμπράν … φαιδρῶς καί θεοσεβῶς» συμβουλεύει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Νά τήν ἑορτάσουμε μέ χαρά ἀλλά καί μέ «θεοειδεῖς ἔννοιες» συμπληρώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης. Νά τήν ἑορτάσουμε μέ εὐγνωμοσύνη. Νά τήν ἑορτάσουμε μέ θερμή πίστι.
Μέ πίστι στήν θεότητα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέ πίστι στήν Ἀνάστασή Του. Νά στερεώσουμε στήν καρδιά μας τήν πίστι ὅτι ὁ Ἀναστάς Χριστὸς θά εἶναι ὁ αἰώνιος νικητής ὅλων ἐκείνων πού τολμοῦν σήμερα νά τόν ἀμφισβητήσουν, νά τόν ἀρνηθοῦν, νά τόν πολεμήσουν, νά τόν συκοφαντήσουν.
Νά πιστέψουμε καί νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι μόνον ὁ Ἀναστάς Κύριος μπορεῖ νά μᾶς λυτρώση ἀπό τήν ὁποιαδήποτε κρίσι πού μᾶς ταλαιπωρεῖ καί μᾶς συντρίβει σήμερα.
Νὰ πιστέψουμε στήν θεότητά Του, στήν παντοδυναμία Του, νά Τοῦ παραδώσουμε τόν ἑαυτό μας καί νά εἰρηνεύσουμε.
Νά τήν ἑορτάσουμε μὲ ἀγάπη στόν Χριστό μας, μέ ἀγάπη γιά κάθε συνάνθρωπό μας. Σήμερα «συγχωρήσωμεν πάντα τῇ Ἀναστάσει».
Γιά τήν ἀγάπη τοῦ Ἀναστάντος νά μή φύγουμε σήμερα ἀπό τήν Ἀναστάσιμη Θεία Λειτουργία. Νά ζήσουμε τήν Ἀνάστασί Του, ζῶντας τό μέγα μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ὅλοι μαζί ἀγαπημένοι καί ἑνωμένοι.
Τέλος, νά τήν ἑορτάσουμε παίρνοντας τήν σωτήριο ἀπόφασι:
Στήν ἀντισταυρική καί χωρίς φῶς Ἀναστάσεως ἐποχή μας, ἐμεῖς νά θελήσουμε νά ἀρνηθοῦμε τό περιρρέον ὑλιστικό καί ἀντιχριστιανικὸ φρόνημα. Νά ζοῦμε ζωή ἀναστημένη μέ τόν Ἀναστάντα στήν καρδιά μας.
Ἀγαπητοί,
Εὔχομαι, πατρικὰ, νά ζοῦμε ὅλοι «χαίροντες καί εὐφραινόμενοι ἐν Χριστῷ Ἀναστάντι».
Καλή Ἀνάστασι!
Μετά πατρικῶν εὐχῶν
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΚΟΣΜΑΣ